- Τροιζήνα
- ηαρχαία πόλη στην Αργολίδα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Τροιζήνα — I Αρχαιότατη ιωνική πόλη της Αργολίδας. Βρισκόταν στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, κοντά στο σημερινό χωριό Δαμαλά και απείχε από τον Σαρωνικό κόλπο περίπου 3 χλμ. Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, η Τ. αναφέρεται ως γενέτειρα πόλη του Θησέα,… … Dictionary of Greek
Τροιζῆνα — Τροιζήν fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τροίζηνα — Τροίζην masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μπεντενιώτης, Εμμανουήλ — (Τροιζήνα 1944 ). Πολιτικός, νομικός, δημοσιογράφος. Σπούδασε νομικά, πολιτικές επιστήμες και δημόσια διοίκηση και πραγματοποίησε μεταπτυχιακά στην περιφερειακή ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος. Διετέλεσε υποδιοικητής του Ι.Κ.Α., από… … Dictionary of Greek
Τροιζῆν' — Τροιζῆνα , Τροιζήν fem acc sg Τροιζῆνι , Τροιζήν fem dat sg Τροιζῆνε , Τροιζήν fem nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Trizina — Stadtgemeinde Trizina (1997–2010) Δήμος Τροιζήνος (Τροιζήνα) … Deutsch Wikipedia
τροιζήνιος — α, ο / τροιζήνιος, ία, ον, ΝΜΑ, και τ. θηλ. τροζηνίς και τροιζηνίς, ίδος, Α [Τροιζήνα] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Τροιζήνα, πόλη τής Αργολίδας 2. αυτός που προέρχεται ή κατάγεται από την παραπάνω πόλη 3. το αρσ. ως ουσ. ο Τροιζήνιος ο… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Πόρου — Στεγάζεται στη δωρηθείσα στο κράτος κατοικία του πρώην πρωθυπουργού της Ελλάδας Αλέξανδρου Κορυζή (πλατεία Κορυζή). Η συλλογή του περιλαμβάνει ευρήματα από την ευρύτερη περιοχή της Τροιζηνίας, που προέρχονται από τις παλαιότερες ανασκαφές της… … Dictionary of Greek
Troezen — Τροιζήνα Ortholithi Mountain Location … Wikipedia
Trezene (ville) — Trézène (ville) Pour les articles homonymes, voir Trézène. Trézène (el) Τροιζήνα … Wikipédia en Français